Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φορμόλη η [formóli] Ο30α : χημική ουσία σε υγρή μορφή, που χρησιμοποιείται κυρίως ως απολυμαντικό. Tο χειρουργείο / το νοσοκομείο μύριζε ~.
[λόγ. < γαλλ. form(ol) -όλη]



