Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φκιασίδι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φκιασίδι το [fkasíδi] Ο44 : (λαϊκότρ.) το φτιασίδι.

[< φτιασίδι με αποβ. του [t] για απλοπ. του συμφ. συμπλ. [ftasí- > fasí-] και ανομ. τρόπου άρθρ. [f > fk] ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go