Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φιλοτιμία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φιλοτιμία η [filotimía] Ο25 : η ιδιότητα του φιλότιμου ανθρώπου. || το φιλότιμο. (έκφρ.) κάνω την ανάγκη ~, αυτό που πρέπει να κάνω αναγκαστικά, το εμφανίζω σαν να το κάνω οικειοθελώς.

[λόγ. < αρχ. φιλοτιμία `αγάπη για τιμή ή διάκριση΄ κατά τη σημ. του λαϊκού φιλότιμο]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go