Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φιλελευθεροποίηση η [filelefθeropíisi] Ο33 : η άρση περιορισμών και απαγορεύσεων: ~ της οικονομίας.
[λόγ. φιλελεύθερ(ος)2 -ο- + -ποίηση απόδ. αγγλ. liberalization]



