Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φθισικός -ή -ό
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φθισικός -ή -ό [fθisikós] Ε1 : (παρωχ., και ως ουσ.) ο φυματικός.

[λόγ. < αρχ. φθισικός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go