Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φηλί το [filí] Ο43 : μόνο στη ΦΡ ~ κλειδί, για πολύ στενούς, αχώριστους φίλους: Aυτοί οι δυο είναι ~ κλειδί.
[μσν. θηλ(έα) υποκορ. -ί (τροπή [θ > f] ) < αρχ. θήλεια `θηλυκιά, το “θηλυκό” ενός μηχανικού εξαρτήματος΄ (δες και στο θηλιά)]