Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υψηλόμισθος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υψηλόμισθος -η -ο [ipsilómisθos] Ε5 : χαρακτηρισμός υπαλλήλου που βρίσκεται υψηλά στην υπαλληλική ιεραρχία και κατά συνέπεια παίρνει υψη λό μισθό. ANT χαμηλόμισθος. || (ως ουσ.) ο υψηλόμισθος: Οι υψηλόμισθοι δεν έχουν φορολογικές απαλλαγές.

[λόγ. υψηλ(ός) -ο- + μι σθ(ός) -ος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες