Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υφαντής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υφαντής ο [ifandís] Ο7 θηλ. υφάντρια [ifándria] Ο27 : τεχνίτης ειδικός στην υφαντική.

[λόγ. υφαν- (υφαίνω) -τής (σύγκρ. αρχ. ὑφάντης ίδ. σημ.)· λόγ. < ελνστ. ὑφάντρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go