Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υφέν το [ifén] Ο : (γραμμ.) σημείο που χρησιμοποιείται στο γραπτό λόγο, όταν χρειάζεται να δηλωθεί η συνεκφώνηση φωνηέντων.
[λόγ. < ελνστ. ὑφέν ἡ (ουδ. κατά το αρχ. ἕν `ένα΄)]



