Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υπόθαλψη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπόθαλψη η [ipóθalpsi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του υποθάλπω: H ~ του μίσους. || Kατηγορείται για ~ εγκληματία.

[λόγ. υποθαλπ- (υποθάλπω) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go