Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υποκόμης ο [ipokómis] Ο (βλ. κόμης) θηλ. υποκόμησσα [ipokómisa] Ο27 : τίτλος ευγένειας κατώτερος από τον κόμη.
[λόγ. υπο- κόμης μτφρδ. γαλλ. vicomte· λόγ. υποκόμ(ης) -ισσα (σφαλερή ορθογρ. κατά το αρσ.)]



