Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υποκινητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υποκινητής ο [ipokinitís] Ο7 : αυτός που υποκινεί σε κτ., σε μια ενέργεια, σε μια δραστηριότητα κτλ.: Ποιος είναι ο ~ της απεργίας;

[λόγ. υποκινη- (υποκινώ) -τής]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες