Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υπερτίμηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπερτίμηση η [ipertímisi] Ο33 : ANT υποτίμηση. 1. αύξηση της τιμής ενός οικονομικού αγαθού πάνω από το θεωρούμενο νόμιμο ή κανονικό όριο. 2. εκτίμηση για την ανώτερη αξία ή τη σπουδαιότητα ενός προσώπου ή ενός πράγματος, η οποία δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα.

[λόγ. υπερτιμη- (υπερτιμώ) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go