Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υπερπέραν
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπερπέραν το [iperpéran] Ο (μόνο στην ονομ. και αιτ. εν.) : στην παραψυχολογία, ό,τι υπάρχει πέρα από το θάνατο, ο άλλος κόσμος: Οι οπαδοί του πνευματισμού ισχυρίζονται ότι επικοινωνούν με το ~. H φωνή του ήταν απόμακρη σαν να ερχόταν από το ~.

[λόγ. υπερ- + πέραν μτφρδ. γαλλ. l΄au-delà]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες