Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- υπερλειτουργία η [iperliturjía] Ο25 : λειτουργία (συνήθ. για όργανα ενός ζωντανού οργανισμού) με ρυθμό ανώτερο από το φυσιολογικό, τον προβλε πόμενο ή τον επιβαλλόμενο: ~ του θυρεοειδή. ANT υπολειτουργία.
[λόγ. υπερ- + λειτουργία μτφρδ. γαλλ. hyperfonctionnement (hyper- = υπερ-)]



