Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υπανάπτυκτος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υπανάπτυκτος -η -ο [ipanáptiktos] & υποανάπτυκτος -η -ο [ipoanápti ktos] Ε5 : 1.που έχει χαμηλό επίπεδο και ρυθμό ανάπτυξης: Yπανάπτυκτη οικονομία. Οι υπανάπτυκτες ή αναπτυσσόμενες χώρες του τρίτου κόσμου. || (προφ.) που δεν έχει κοινωνική αγωγή, ο απολίτιστος. 2. (βιολ.) για όργανα που δεν έχουν αναπτυχθεί.

[λόγ. υπ(ο)-, υπο- + αναπτυκ- (αναπτύσσω) -τος μτφρδ. αγγλ. underdeveloped]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go