Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υλοτόμηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υλοτόμηση η [ilotómisi] Ο33 : η υλοτομία: Tο δάσος καταστράφηκε από απρογραμμάτιστη / αλόγιστη ~.

[λόγ. υλοτομη- (υλοτομώ) -σις > -ση]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go