Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: υιικός -ή -ό
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υιικός -ή -ό [iikós] Ε1 : (λόγ.) που προέρχεται από το γιο ή γενικά από τα παιδιά: Yιική στοργή / αγάπη. Yιική μέριμνα.

[λόγ. < ελνστ. υἱικός]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες