Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: υαλοειδής -ής -ές
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υαλοειδής -ής -ές [ialoiδís] Ε10 : 1. που μοιάζει με γυαλί: ~ μάζα. 2. (ανατ.) Yαλοειδές σώμα / υγρό, που υπάρχει ανάμεσα στον κρυσταλλοειδή φακό και στην εσωτερική επιφάνεια του αμφιβληστροειδούς χιτώνα του οφθαλμού.

[λόγ. < ελνστ. ὑαλοειδής]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go