Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τσιφτετέλι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τσιφτετέλι το [tsiftetéli] Ο44 : 1. λαϊκός χορός με ανατολίτικη προέλευση, που χορεύεται από ένα άτομο ή από δύο αντικριστά. 2. είδος μουσικής που συνοδεύει τον παραπάνω χορό.

[τουρκ. çiftetelli]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go