Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τρυφεράδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τρυφεράδα η [triferáδa] Ο26 : η ιδιότητα του τρυφερού· τρυφερότητα. ANT σκληράδα. 1. H ~ του αγγουριού. 2. (μτφ.) H καρδιά του είναι γεμάτη ~.

[τρυφερ(ός) -άδα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go