Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τριτεγγύηση
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τριτεγγύηση η [tritengíisi] Ο33 : (νομ.) εγγύηση για ένα τρίτο πρόσωπο· (πρβ. εγγύηση).

[λόγ. τριτ(ο)- + εγγύη(σις) -ση μτφρδ. αγγλ.(;) third party guaranty]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go