Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τριτεγγυητής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τριτεγγυητής ο [tritengiitís] Ο7 θηλ. τριτεγγυήτρια [tritengiítria] Ο27 : (νομ.) αυτός που δίνει εγγύηση ότι κάποιο τρίτο πρόσωπο θα εξοφλήσει έγκαιρα το χρέος του, π.χ. συναλλαγματική, γραμμάτιο κτλ. και αναλαμβάνει αυτοτελή την υποχρέωση, χωρίς δικαίωμα για ενστάσεις· (πρβ. εγγυητής).

[λόγ. τριτ(ο)- + εγγυητής κατά τη σημ. της λ. τριτεγγύηση· λόγ. τριτεγγυη(τής) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες