Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τριακονταπενταετία η [triakondapendaetía] Ο25 : χρονικό διάστημα τριανταπέντε ετών: Έκλεισε ~, συμπλήρωσε το χρόνο που χρειάζεται για να πάρει ένας δημόσιος υπάλληλος πλήρη σύνταξη.
[λόγ. < ελνστ. τριακονταπέντ(ε) `τριάντα πέντε΄ + -ετία]