Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τοκόσημο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τοκόσημο το [tokósimo] Ο40 : ειδικό ένσημο για την είσπραξη του φόρου ο οποίος αντιστοιχεί σε τόκους από ομολογίες, μετοχές κτλ.

[λόγ. τόκ(ος) -ο- + -σημον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες