Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τιμονιέρης
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τιμονιέρης ο [timonéris] Ο11 θηλ. τιμονιέρισσα [timonérisa] Ο27 : 1. αυτός που κρατάει το τιμόνι σε μικρό θαλάσσιο σκάφος. 2. (μτφ.) αυτός που είναι υπεύθυνος για τη διακυβέρνηση ή για την καθοδήγηση ενός οργανωμένου συνόλου.

[βεν. timonier (στη σημ. 1) -ης· τιμονιέρ(ης) -ισσα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες