Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τηλεκοντρόλ το [tilekontról] Ο (άκλ.) : συσκευή για το χειρισμό ηλεκτρο νικών συσκευών από απόσταση· τηλεχειριστήριο: Πήρε το ~ και άρχισε να κάνει ζάπιγκ στα κανάλια της τηλεόρασης.
[λόγ. < αγγλ. telecontrol (tele- = τηλε-)]



