Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- τζαμόπορτα η [dzamóporta] Ο27 : πόρτα που είναι κατασκευασμένη από ξύλινο συνήθ. πλαίσιο, όπου έχουν τοποθετηθεί τζάμια· τζαμωτή πόρτα.
[τζάμ(ι) -ο- + πόρτα]