Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τεχνοκρίτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τεχνοκρίτης ο [texnokrítis] Ο10 θηλ. τεχνοκρίτης [texnokrítis] : κριτικός έργων τέχνης· τεχνοκριτικός.

[λόγ. τεχνο- + κρί(νω) -της μτφρδ. γαλλ. critique d΄art· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go