Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τετρασέλιδος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τετρασέλιδος -η -ο [tetraséliδos] Ε5 : που αποτελείται από τέσσερις σελί δες: Tετρασέλιδη εφημερίδα. || (ως ουσ., τυπ.) το τετρασέλιδο, το ένα τέταρτο του τυπογραφικού φύλλου.

[λόγ. τετρα- + σελιδ- (δες σελίδα) -ος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go