Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τετραθέσιος -α -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τετραθέσιος -α -ο [tetraθésios] Ε6 : 1. που έχει θέσεις για τέσσερα άτομα: ~ καναπές. 2. για σχολείο που έχει τέσσερις θέσεις διδακτικού προσωπικού· (πρβ. τετρατάξιος): Tετραθέσιο δημοτικό σχολείο.

[λόγ. τετρα- + θέσ(ις) -ιος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες