Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ταυτολογία η [taftolojía] Ο25 : 1. σχήμα λόγου κατά το οποίο μια έννοια εκφράζεται δύο και τρεις φορές με τις ίδιες σχεδόν ή και με ταυτόσημες λέξεις ή φράσεις, όπως π.χ. «Είναι μακριά στην ξενιτιά, είναι μακριά στα ξένα». 2. επανάληψη του ίδιου νοήματος με άλλες λέξεις ή φράσεις: Έγινε κουραστικός με τις συνεχείς ταυτολογίες.
[λόγ. < ελνστ. ταυτολογία]



