Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ταπητουργία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ταπητουργία η [tapiturjía] Ο25 : βιομηχανία ή βιοτεχνία κατασκευής χαλιών: H ~ είναι πολύ αναπτυγμένη στην Ελλάδα. || η τέχνη της κατασκευής των χαλιών.

[λόγ. ταπητ- (δες τάπητας) + -ουργία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go