Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ταβλάς
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ταβλάς ο [tavlás] Ο1 : μεγάλος δίσκος, συνήθ. ξύλινος, όπου απλώνουν οι πλανόδιοι μικροπωλητές το εμπόρευμά τους: Ο ~ του κουλουρτζή.

[τάβλ(α) μεγεθ. -άς]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go