Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: τάχατε
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τάχατε [táxate] & τάχατες [táxates] επίρρ. : (λαϊκότρ.) τάχα.

[< τάχα με προσθήκη του -τε αναλ. προς το κάποτε· προσθήκη του αναλ. προς άλλα επιρρ. σε -ς: χτες]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go