Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: τάρταρα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
τάρταρα τα [tártara] Ο40 : ο κάτω κόσμος, η κόλαση των αρχαίων Ελλήνων. || Στα ~ της γης, στα βάθη της γης.

[λόγ. < αρχ. τάρταρα, τά (πληθ. του Τάρταρος)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες