Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: σύνθεμα
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
σύνθεμα το [sínθema] Ο49 : α.το προϊόν της σύνθεσης: Mουσικό / χρωμα τικό ~, σύνθεση. β. (γλωσσ.) σύνθετη λέξη ή σύνολο δύο ή περισσότερων μορφημάτων που λειτουργούν συντακτικά ως απλή λέξη, π.χ.: πρόθεση, παραθυρόφυλλο, ελαιώνας· (πρβ. σύνταγμα).

[λόγ.: α: ελνστ. σύνθεμα `σύνθημα΄, μσν. σημ.: `σύνθετη λέξη΄· β: γαλλ. synthème < μσν. σύνθεμα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες