Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σχισματιά η [sxizmatxá] Ο24 : 1.σκισιματιά. 2. σχισμή.
[λόγ. επίδρ. στο σκισματιά < αρχ. σχισματ- (σχίσμα) (ανομ. τρόπου άρθρ. [sx > sk] ) -ιά]
Ένα εγχείρημα του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας για την υποστήριξη της ελληνικής γλώσσας στη διαχρονία της: αρχαία ελληνική, μεσαιωνική ελληνική, νέα ελληνική αλλά και στη συγχρονική της διάσταση.
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[λόγ. επίδρ. στο σκισματιά < αρχ. σχισματ- (σχίσμα) (ανομ. τρόπου άρθρ. [sx > sk] ) -ιά]
| © 2006 - 2008 Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας | Δικαίωμα Πνευματικής Ιδιοκτησίας | Όροι Χρήσης |