Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- σφραγιδοφύλακας ο [sfrajiδofílakas] Ο5 : τίτλος ανώτατου κρατικού λειτουργού που είναι υπεύθυνος για τη μεγάλη σφραγίδα του κράτους.
[λόγ. < ελνστ. σφραγιδοφύλαξ, αιτ. -ακα]



