Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συσσωμάτωμα το [sisomátoma] Ο49 : (επιστ.) το αποτέλεσμα του συσσωματώνω1. || (ορυκτ.) συσσώρευση και συνένωση τεμαχίων διάφορων σχημάτων.
[λόγ. συσσωματω- (δες συσσωματώνω) -μα μτφρδ. γαλλ. incorporation]



