Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συσπουδαστής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συσπουδαστής ο [sispuδastís] Ο7 θηλ. συσπουδάστρια [sispuδástria] Ο27 : αυτός που σπουδάζει μαζί με άλλον ή με άλλους στο ίδιο εκπαιδευτικό ίδρυμα ή ειδικότερα, στο ίδιο έτος σπουδών.

[λόγ. συ- (δες συν-) σπουδαστής μτφρδ. γαλλ. condisciple (διαφ. το μσν. συσπουδαστής `που σπεύδει μαζί΄)· λόγ. συσπουδασ(τής) -τρια]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες