Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: συνταγματολόγος
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνταγματολόγος ο [sindaγmatolóγos] Ο18 θηλ. συνταγματολόγος [sin daγmatolóγos] Ο35 : νομικός ειδικευμένος στο συνταγματικό δίκαιο.

[λόγ. συνταγματ- (σύνταγμα) 1 -ο- + -λόγος· λόγ. θηλ. χωρίς διάκρ. γένους]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go