Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: συνονόματος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνονόματος -η -ο [sinonómatos] Ε5 : που έχει το ίδιο όνομα ή επώνυμο με κπ. άλλο: Mε τον εξάδελφό του είμαστε συνονόματοι και αυτή η συνωνυμία μάς δημιουργεί προβλήματα. || (ως ουσ.) ο συνονόματος, θηλ. συνονόματη.

[συν- ονοματ- (όνομα) -ος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go