Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συνονθύλευμα το [sinonθílevma] Ο49 : συσσώρευση ετερόκλητων πραγμάτων ή στοιχείων χωρίς οργανική σύνδεση: Tο σύγγραμμά του είναι ένα ~ από ανακοινώσεις και άρθρα ξένων επιστημόνων.
[λόγ. συν- ελνστ. ὀνθυλεύ(ω) `βάζω γέμιση σε κρέας΄ -μα]



