Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: συνεργάσιμος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συνεργάσιμος -η -ο [sinerγásimos] Ε5 : για κπ. με τον οποίο μπορεί κανείς να συνεργαστεί εύκολα και αποδοτικά, χωρίς προστριβές και παρεμβολές εμποδίων εκ μέρους του.

[λόγ. συνεργασ- (συνεργάζομαι) -ιμος μτφρδ. γαλλ. coopératif]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go