Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- συνδακτυλία η [sinδaktilía] Ο25 : (ιατρ.) συγγενής ανωμαλία κατά την οποία δύο ή περισσότερα δάκτυλα των χεριών ή των ποδιών είναι ενωμέ να μεταξύ τους.
[λόγ. < γαλλ. syndactylie < syn- = συν- + αρχ. δάκτυλ(ος) -ie = -ία]



