Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: συναναστροφή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συναναστροφή η [sinanastrofí] Ο29 : 1.κοινωνικές ή φιλικές σχέσεις με κπ.: H ~ του παιδιού με συνομηλίκους του το βοηθάει στην κοινωνικοποίησή του. Οι κακές συναναστροφές τον οδήγησαν στο έγκλημα, παρέες. 2. (παρωχ.) φιλική συγκέντρωση σε σπίτι.

[λόγ. < ελνστ. συναναστροφή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go