Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συλλογέας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συλλογέας ο [silojéas] Ο21 : I.αυτός που κάνει κάποια συλλογή: Συλλογείς ελληνικών παραμυθιών. II. (τεχν.) συλλέκτηςII.

[λόγ. < ελνστ. συλλογεύς, αιτ. -έα `που συγκεντρώνει΄, σημδ.: Ι: γαλλ. collectionneur· ΙΙ: γαλλ. collecteur]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες