Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: συγκληρονομία
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
συγκληρονομία η [siŋglironomía] Ο25 : κληρονομική περιουσία που περιέρχεται σε περισσότερους από έναν κληρονόμους. || (νομ.) η νομική σχέση μεταξύ συγκληρονόμων.

[λόγ. < ελνστ. συγκληρονομία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες