Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: στρατοκρατούμαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
στρατοκρατούμαι [stratokratúme] Ρ10.9β : για κράτος ή για περιοχή που βρίσκεται υπό καθεστώς στρατοκρατίας, που διοικείται από στρατιωτικούς ή του οποίου η κυβέρνηση ελέγχεται από στρατιωτικούς.

[λόγ. στρατο(κρατία) -κρατούμαι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες